ανάρια

ανάρια
επίρρ.
1) редко, негусто, неплотно; 2) постепенно, мало-помалу;

§ ανάρια τό φιλί, νάχει και νοστιμάδα — посл, и поцелуи могут приесться; — хорошенького понемножку


Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "ανάρια" в других словарях:

  • ανάρια — επίρρ. [ανάριος] 1. σε αραιά διαστήματα 2. κάπου κάπου («ανάρια ανάρια το φιλί για να’ χει νοστιμάδα» η συχνή επανάληψη καταντάει βαρετή 3. αργά αργά …   Dictionary of Greek

  • αναριάζω — [ανάρια] αραιώνω, αναριεύω …   Dictionary of Greek

  • ανάριος, -ια, -ιο — (πρόθ. ανά + αραιός) 1. αραιός, όχι πυκνός: Το πανί είναι ανάριο. 2. τοποθετημένος σε αραιά διαστήματα: Πολύ ανάριες τις έβαλες τις ελιές. 3. το επίρρ. ανάρια σε αραιά διαστήματα (τοπικά ή χρονικά): Ανάρια ανάρια το φιλί για να χει νοστιμάδα… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • φιλί — το, Ν 1. φίλημα («ανάρια ανάρια το φιλί για νά χει νοστιμάδα», παροιμ.) 2. βλ. φελί 3. φρ. «το φιλί τού Ιούδα» προδοσία από πρόσωπο που υποκρινόταν τον φίλο. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλεῖν, απρμφ. τού ρ. φιλῶ (πρβλ. φα[γ]ί < φαγεῖν)] …   Dictionary of Greek

  • νοστιμάδα — η και νοστιμιά, η 1. ευχάριστη γεύση, ευχάριστο συναίσθημα: Το αλάτι δίνει τη νοστιμάδα στο φαγητό. – Ανάρια, ανάρια το φιλί να χει και νοστιμάδα (παροιμ.). 2. χάρη, κομψότητα, ευπρέπεια: Έχουν πολλή νοστιμάδα τα φερσίματά της …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ανάριος — και ανάργιος –α, ο 1. ο μη πυκνός, ο αραιός κατά τη σύσταση 2. ο τοποθετημένος σε αραιά διαστήματα 3. επίρρ. ανάρια*. [ΕΤΥΜΟΛ. < αν(α) * + αριός < αραιός, με συνίζηση. ΠΑΡ. αναριάζω, αναριεύω, αναριοσύνη, αναριώνω. ΣΥΝΘ. αναριοδόντης,… …   Dictionary of Greek

  • αριά — Δέντρο αειθαλές, δικοτυλήδονο, της οικογένειας των φηγιδών. Δασικό είδος το οποίο απαντάται στην κατώτερη ζώνη όλης της Ελλάδας, μαζί με τον πρίνο και την πεύκη. Φτάνει σε ύψος μέχρι 20 μ., ιδίως όταν ζει μέσα σε πυκνά δάση, ενώ μεμονωμένο βγάζει …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»